Ανθρωπιστική παιδεία και επιστήμη: Σχέση συγκοινωνούντων δοχείων

Ανθρωπιστική παιδεία και επιστήμη: Σχέση συγκοινωνούντων δοχείων

Η έλευση της Δ’ Βιομηχανικής Επανάστασης με τους πολύ γρήγορους ρυθμούς εξέλιξης της τεχνολογίας είναι πλέον γεγονός. Η τεχνολογική εξέλιξη ανοίγει ασφαλώς νέους δρόμους και δίνει σημαντικές δυνατότητες και προοπτικές για ένα καλύτερο αύριο. Ταυτόχρονα όμως δημιουργεί μεγάλους προβληματισμούς σχετικά με ζητήματα βιοηθικής και γενικότερα με τη διαχείριση της ισχύος που τα τεχνολογικά επιτεύγματα προκαλούν. Στο παρελθόν αναδείχθηκαν με το χειρότερο τρόπο οι αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει η αλόγιστη χρήση των αποτελεσμάτων της τεχνολογικής προόδου (π.χ. ατομικές βόμβες στην Ιαπωνία). Αναδείχθηκε συνεπώς η αναγκαιότητα της ανάπτυξης μιας νέας κουλτούρας ηθικής στην αξιοποίηση της τεχνολογίας. Η νέα αυτή κουλτούρα έχει μεγάλη σημασία να καλλιεργηθεί ιδιαίτερα στους επιστήμονες που ασχολούνται με τις θετικές επιστήμες (φυσικούς, χημικούς, μαθηματικούς, μηχανικούς κλπ) αλλά και τις επιστήμες της ζωής (γιατρούς, βιολόγους κλπ) και κατά προτεραιότητα στους νέους.

Σ’ αυτές τις προτεραιότητες, το Πανεπιστήμιο ως εγγυητής του δημόσιου και του κοινωνικού συμφέροντος, και ιδιαίτερα οι ανθρωπιστικές σπουδές, έχουν να παίξουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο. Η ανάπτυξη της κάθε επιστημονικής ειδικότητας ξεχωριστά, παράλληλα με τις άλλες, ακόμη και τις πιο συγγενείς, έχει φανεί ότι δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Είναι απαραίτητη η σύγκλιση των παράλληλων τροχιών και το σπάσιμο των στεγανών που υπάρχουν. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια νέα κουλτούρα που οφείλουμε να χτίσουμε με την ενίσχυση του ρόλου των ανθρωπιστικών σπουδών στην εκπαίδευση των φοιτητών μας η οποία θα επιδράσει και στην ίδια την διαμόρφωση της δημοκρατικής συνείδησης και των πολιτών.

Οι τελευταίοι δείκτες κατάταξης των πανεπιστημίων παγκοσμίως ανά γνωστικό/επιστημονικό πεδίο καταδεικνύουν, όπως όλοι γνωρίζετε, την κατάκτηση υψηλών θέσεων για το Πανεπιστήμιο μας στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες (όπως για παράδειγμα του αντικειμένου της Αρχαιολογίας).

Επιπλέον, θα πρέπει να επισημάνω ότι η χώρα μας έχει στρατηγικό πλεονέκτημα με τη  βαθιά και τεράστια παράδοση στη θεμελίωση και στην ανάπτυξη των ανθρωπιστικών επιστημών. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες ως φορέας αξιών αποτελούν έναν από τους φάρους του ελληνικού πολιτισμού και συνιστούν μεγάλη εγγύηση για την πρόοδο της κοινωνίας μας. Πιο συγκεκριμένα, στη χώρα μας αναπτύχθηκε η φιλοσοφία, είναι από τις κορυφαίες στον κόσμο στην αρχαιολογική κληρονομιά, αλλά και παγκόσμιο κέντρο Ορθοδοξίας. Είναι δυνατόν να μην αναπτύσσουμε τέτοιες μοναδικότητες;

Αυτό το στρατηγικό πλεονέκτημα πρέπει να το αξιοποίησουμε αναπτύσσοντάς τις επιστήμες αυτές και τις αντίστοιχες σπουδές όχι ως άλλο ένα ξεχωριστό πεδίο απομονωμένο από το υπόλοιπο επιστημονικό γίγνεσθαι, αλλά συνδεδεμένο και σε άμεση συνέργεια και αλληλεπίδραση με αυτό. Η ενίσχυση τους από κάθε άποψη (στελεχιακή, οικονομική, ερευνητική) οφείλουμε να αποτελεί μία από τις βασικές επιδιώξεις του Πανεπιστημίου μας.

 

Στάθης Ευσταθόπουλος

Καθηγητής Ιατρικής Φυσικής – Ακτινοφυσικής